Τρίτη 3 Μαΐου 2011

Η ίδια ώρα χτυπά και για τρελούς και για γνωστικούς.

Ο παραλογισμός των λογικών και ο ποιητής Ρώμος Φιλύρας

Περιπλανώμενη σκιά ποιητή ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν χαθεί στον δικό τους κόσμο. «ο Ρεμπώ της Ελλάδος», κατά τον Βάρναλη,ο Μαλακάσης, συσχετίζοντας την ποίησή του με το «Μεθυσμένο καράβι» του Ρεμπώ και τα «Ασματα του Μαλντορόρ» του Λωτρεαμόν.

«Η ζωή μου εις το Δρομαΐτειον»


Ο διπλανός μου είναι ένας άνθρωπος που ταξιδεύει. Προτού πλαγιάσουμε στο θάλαμο για να κοιμηθούμε, βγάνει από τις τσέπες του ένα σωρό παλιόχαρτα και ατελείωτα κουβάρια σπάγγους, πακετάρει μεθοδικά το κρεβάτι του, τα ρούχα, τα παπούτσια του και μας λέει αντί για καληνύχτα «καλή αντάμωση». Ταξιδεύει, πάει στη Λειψία, στο Παρίσι, στο Βερολίνο, στην Αίγυπτο, Ινδίες, Μαρόκο... Επιτρέπεται ο πρώτος τυχών νοσοκομάκος με ένα σκούντημα να ξυπνάει και να ξαναφέρνει πάλι πίσω στο Δρομοκαΐτειο τον άνθρωπο που του δόθηκε με λίγα παλιόχορτα και κάτι σπάγγους να ταξιδεύει σαν το πουλί, να κάνει κάθε νύχτα κι από ένα θείο ταξίδι; Μια φορά που τον εξύπνησεν απότομα ο νοσοκόμος, του φώναξε απελπισμένα: -¶σε με, για το Θεό, χάνω το τρένο!
Είναι σύστημα αυτό, είναι κούρα αυτή, να παίρνουν τη μόνη ευτυχία που απομένει στον τρελό; Τον γιατρεύουμε, μας λένε. Μπράβο! Κι όταν γίνει καλά, θα ξανακάνει ποτέ του ταξίδι με ένα κομμάτι σπάγγο; Ζήτω η τρέλα! Εγώ ο Ρώμος το φωνάζω.

«Θέλουν να σας κάνουν καλά. Αλλοίμονο, εκεί φτάνει ο παραλογισμός των λογικών. Καλά, δηλαδή να γυρίσετε πίσω, έξω στην τέφρινη πραγματικότητα, να ξαναδήτε πίσω με την κρίσι του ακέραιου μυαλού την πιο αβάσταχτη, την πιο αρμολογημένη αλλόφρονη λογική της ζωής που σκοτώνει την ανθρώπινη καρδιά. [...] Μα τι θα βάλετε στη θέση του οράματος εσείς οι λογικοί; [...] Καλοπροαίρετοι γιατροί μου, αν επιμένετε να με γιατρέψετε από κάτι, γιατρέψτε με από την λογική». Αυτά έγραφε ο ποιητής Ρώμος Φιλύρας μέσα από το Δρομοκαΐτειο. Εκεί πέρασε δεκαπέντε χρόνια από τη ζωή του, από το 1927 έως το 1942 - εκεί τελείωσε τις μέρες του, έχοντας τη μοίρα του Βιζυηνού και του Μητσάκη. Ενας άνθρωπος που παρακαλάει να τον γιατρέψουν από τη λογική, όσο αντιφατικό κι αν είναι το αίτημά του, δεν είναι έτσι απλά «τρελός» μα ένας πάσχων που βρίσκεται παράλληλα μέσα και έξω από την ασθένειά του.

«Εγώ, ο νεκρός»

«Λεπτό με λεπτό περνάνε ολόκληρα χρόνια κι έτσι διατρέχουμε τα 15 χρόνια της ζωής του εκεί μέσα. Το συγκινητικό είναι ότι η επιμονή του ήταν ώς το θάνατό του να παραμείνει ποιητής. Είναι μια συμπύκνωση της ζωής και της σκέψης του και η παράσταση κλείνει με ένα παραλήρημα που περιλαμβάνει το αυτοβιογραφικό αυτό πεζό».

Το παραλήρημα αυτό φανερώνει τη δυναμική του λόγου του Φιλύρα. Ενα μικρό απόσπασμα: «Και εγδυνόσουνα. Και εφορούσες εσύ αραχνοΰφαντο νυκτικό και εγώ απ' έξω τα σάβανά μου. Η κάμαρά σου, ευγενικά, χαριτωμένη, μικρή αρωματική κι απ' έξω απέραντος, μαύρος ο δρόμος. Τώρα κάτσε εσύ και κοιμήσου, εγώ τραβώ. Η μουσική ας πρηγηθεί. Αγνωστοι κόσμοι, πεθαμένοι αστέρες, πλανήτες με χρυσές ουρές, ας έμπουν μπροστά. Ο γαλαξίας ας ακολουθεί σαν χρυσή διαδήλωσις. Επειτα ας παραταχθούν τα εξαπτέρυγα των ερώτων. Επειτα ο ίππος μου ο πολεμικός. Κι έπειτα εγώ, ο νεκρός».

έγραψε ο Κώστας Καρυωτάκης για τον Φιλύρα

«Υποθήκαι».

Όταν οι άνθρωποι θέλουν να πονείς,
μπορούνε με χίλιους τρόπους.
Ρίξε τ' όπλο και σωριάσου πρηνής
όταν ακούσεις ανθρώπους.

Όταν ακούσεις ποδοβολητά
λύκων, ο Θεός μαζί σου!
Ξαπλώσου χάμου με μάτια κλειστά
και κράτησε την πνοή σου.

Κράτησε κάποιον τόπο μυστικό,
στον πλατύ κόσμο μια θέση.
Όταν οι άνθρωποι θέλουν το κακό,
του δίνουν όψη να αρέσει.

Του δινούν λόγια χρυσά, που νικούν
με τη πειθώ, με το ψέμα,
όταν οι άνθρωποι διαφιλονικούν
τη σάρκα σου και το αίμα.

Όταν έχεις μια παιδική καρδιά
και δεν έχεις ένα φίλο,
πήγαινε βάλε βέρα στα κλαδιά
στην μπουτονιέρα σου φύλλο.

Άσε τα γύναια και το μαστροπό
λαό σου, Ρώμε Φιλύρα.
Σε βάραθρο πέφτοντας αγριωπό,
κράτησε σκήπτρο και λύρα.